|
|
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ κυριότερη πράξη λατρείας πρὸς τὸν Θεό. Συµπεριλαµβάνει τὴν κοινὴ προσευχὴ στὸ Ναό, τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἀκρόαση καὶ ἑρµηνεία τῶν θείων Γραφῶν, δηλαδὴ τὸ θεῖο Κήρυγµα καὶ τὸ σπουδαιότερο, τὴν πραγµατικὴ σταυρικὴ Θυσία τοῦ Σωτῆρα Χριστοῦ. Aπὸ ὅλα τὰ Ἱ. Μυστήρια τὸ ἱερότερο καὶ ὕψιστο εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα καὶ τὴν κορύφωση ὅλων τῶν ὑπολοίπων. Γιʼ αὐτὸ καὶ σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ὅλα τὰ Μυστήρια τελοῦνταν ἐντὸς καὶ σὲ συνάρθρωση µὲ αὐτήν.
Συνήθως διαιρεῖται σὲ τρὶα κύρια µέρη: α) Προσκοµιδή, β) Λειτουργία τῶν Κατηχουµένων καὶ γ) Λειτουργία τῶν Πιστῶν.
A) Προσκοµιδὴ
Εἶναι µιὰ εἰδικὴ ἀκολουθία, κατὰ τὴν ὁποία ὁ λειτουργὸς προετοιµάζει τὰ τίµια δῶρα γιὰ τὴν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὁ Ἱερέας, ἀφοῦ «πάρει καιρό», ζητήσει δηλαδὴ τὴν ἐξ ὕψους δύναµη γιὰ νὰ προχωρήσει στὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ντυθεῖ µὲ τὰ ἱερὰ ἄµφια, νίπτει τὰ χέρια του – σύµβολο τῆς ψυχικῆς καθαρότητας – καὶ προχωρᾷ στὴν ἀκολουθία τῆς Προσκοµιδῆς.
Ἐπιλέγει τὸ καλύτερο πρόσφορο ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ ἐξάγει τὴν µερίδα ποὺ θὰ µεταβληθεῖ σὲ Σῶµα Χριστοῦ. Τὸ πρόσφορο ἔχει ἰδιαίτερο συµβολισµὸ γιὰ τοὺς πιστούς. Συµβολίζει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ὅπως τὸ πρό- σφορο ἀποτελεῖται ἀπὸ διαφόρους σπόρους, οἱ ὁποῖοι µαζεύτηκαν, ἀλέστηκαν, ζυµώθηκαν καὶ ἔκαναν ἕνα πρᾶγµα, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς θὰ συνάξει τὰ διασκορπισµένα σʼ ὅλη τὴ γῆ παιδιά του στὴν Βασιλεία Του τὴν ἐπουράνια.
Καὶ κάτι ἀκόµη. Μέσα στὰ τίµια ∆ῶρα ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἐγγύηση τῆς Ἀναστάσεως. «Καθὼς ὁ βλαστὸς τῆς ἀµπέλου, ἀφοῦ κατακλιθεῖ στὴ γῆ καρποφορεῖ στὸν καιρό του, καὶ ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ, ἀφοῦ πέσει στὴ γῆ καὶ διαλυθεῖ, ἀνασταίνεται πολλαπλάσιος... καὶ στὴ συνέχεια (ὡς ἄρτος καὶ οἶνος) γίνονται Σῶµα καὶ Αἷµα Χριστοῦ µὲ τὰ λόγια τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγ. Πνεύµατος, ἔτσι καὶ τὰ σώµατά µας ποὺ τρέφονται ἀπὸ τὴν θεία Εὐχαριστία, ἀφοῦ µποῦν στὴ γῆ καὶ διαλυθοῦν, θὰ ἀναστηθοῦν στὸν καιρό τους, χάρη στὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ ποὺ χαρίζει σʼαὐτὰ τὴν Ἀνάσταση, πρὸς δόξαν Θεοῦ Πατρός» ( Ἅγιος Εἰρηναῖος).
Ἀφαιρεῖ τὸ κεντρικὸ µέρος τοῦ προσφόρου, ποὺ φέρει τὰ ἀρχικὰ γράµµατα ΙΣΧΡ ΝΙΚΑ καὶ τὸ τοποθετεῖ στὸ κέντρο τοῦ δισκαρίου. Αὐτὸ τὸ ἐν εἴδει κύβου τµῆµα τοῦ προσφόρου θὰ ἀποτελέσει στὴ συνέχεια τὸν Ἀµνό, δηλαδὴ τὸ Σῶµα τοῦ Κυρίου, ποὺ ἐτοιµάζεται γιὰ τὴ Θυσία. Κεντᾷ τὸν Ἀµνὸ µὲ τὴν Λόγχη, ὅπως ἐκέντησαν καὶ οἱ στρατιῶτες τὸ πανάχραντο Σῶµα τοῦ Κυρίου ἀπʼ ὅπου ἐξῆλθε αἷµα καὶ νερό. Ἐγχέει καὶ ἐκεῖνος νᾶµα (κρασί) καὶ νερὸ στὸ ἅγιο ποτήριο καὶ ἀκολούθως ἐξάγει ἀπὸ ἄλλο πρόσφορο τὴν µερίδα τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία τοποθετεῖται ὄρθια, τιµητικὰ δεξιὰ τοῦ Ἀµνοῦ (ἀριστερὰ ὅπως κοιτάζουµε), ἐνῷ µὲ τὶς ὑπόλοιπες ἐννέα µερίδες µνηµονεύονται κατὰ τὴν τάξη οἱ Ἀσώµατες δυνάµεις, οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς ∆ιαθήκης καὶ ὁ Τίµιος Πρόδροµος, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Ἱεράρχες, οἱ Μάρτυρες, οἱ Ὅσιοι, οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι, οἱ Θεοπάτορες Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννα καθὼς καὶ οἱ κατὰ τὴν ἡµέρα ἐορταζόµενοι Ἅγιοι καὶ τέλος ὁ Ἅγιος τοῦ ὁποίου τελεῖται ἡ Θ. Λειτουργία (Μ. Βασίλειος ἢ ἱερὸς Χρυσόστοµος).
Ὅλες αὐτὲς οἱ σὲ σχήµα τριγωνικὸ µερίδες τοποθετοῦνται ἀριστερὰ ἀπὸ τὸν Ἀµνὸ (δεξιὰ ὅπως κοιτάζουµε). Ἕπεται ἡ µνηµόνευση τῶν ζώντων καὶ τεθνεώτων πιστῶν µὲ προεξάρχοντα τὸν Ἐπίσκοπο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας (ἀποτελεῖ τύπο Θεοῦ Πατρὸς κατὰ τὸν Ἅγ. Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο), γιὰ τοὺς ὁποίους ἐπίσης ἐξάγονται
µερίδες καὶ τοποθετοῦνται κοντὰ στὸν Ἀµνό. Ἔτσι τώρα ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία, θριαµβεύουσα ἐν οὐρανοῖς καὶ στρατευοµένη ἐπὶ γῆς συναντῶνται γύρω ἀπὸ τὸν Ἀµνὸ καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσµου σὲ µιὰ κοινωνία ὑπερφυσικὴ ἀλλὰ συνάµα καὶ πραγµατική. Ὁλοκληρώνεται ἡ ἀκολουθία τῆς Προσκοµιδῆς µὲ θυµίαµα καὶ τὴν ἀνάλογη ἁγιαστικὴ εὐχή, κατόπιν ὁ ἱερέας καλύπτει τὰ δῶρα τῆς Προθέσεως µὲ τὰ ἱερὰ καλύµµατα.
Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ συµβολίζει τρόπον τινὰ τὸ πρῶτο µέρος τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Κυρί- ου, ποὺ ἐκτυλίχθηκε στὴν ἀφάνεια, χωρὶς νὰ γνωρίζει κάτι ὁ λαὸς καὶ ἡ τότε πνευµατικὴ καὶ κοσµικὴ ἐξουσία.
Ἂς σηµειωθεῖ ὅτι οἱ ἀκολουθίες τοῦ Καιροῦ καὶ τῆς Προσκοµιδῆς λαµβάνουν χώρα διαρκούσης τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου.
Σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ἡ Προσκοµιδὴ ἦταν ἁπλούστερη, ἐξαγόταν µόνον ἡ µερίδα τοῦ Ἀµνοῦ καὶ γινόταν κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ψαλλόταν ὁ Χερουβικὸς ὕµνος. Γιʼ αὐτὸ σύµφωνα
µὲ τὴν ἀρχαία τάξη µνηµονεύει κατὰ τὴν Μεγάλη Εἴσοδο ὁ Ἀρχιερέας (κατʼ οἰκονοµία καὶ µίµηση καὶ ὁ Ἱερέας κατὰ τὰ συλλείτουργα) ὀνόµατα ζώντων καὶ τεθνεώτων. Παλαιότεροι δὲ Ἀρχιερεῖς ὁλοκληρώνουν τὴν Προσκοµιδὴ στὴν ἀρχαία θέση της, τὸ Χερουβικό.
Β) Λειτουργία τῶν Κατηχουµένων
Συνήθως ὀνοµάζεται ἔτσι τὸ πρῶτο τµῆµα τῆς Θείας Λειτουργίας διότι κατʼ αὐτὸ συµµετεῖχαν καὶ οἱ Κατηχούµενοι, ὅσοι δηλαδὴ εἶχαν πιστεύσει στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ δὲν εἶχαν ἀκόµη βαπτισθεῖ καὶ βρίσκονταν στὸ στάδιο τῆς προετοιµασίας γιὰ τὸ Βάπτισµα. Τὸ τµῆµα αὐτὸ διαρκεῖ ἀπὸ τὴν ἔναρξη µέχρι καὶ τὸ θεῖο Κήρυγµα, τὸ ὁποῖο γινόταν (καὶ πρέπει νὰ γίνεται) ἀµέσως µετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τοῦ ἀποστολικοῦ καὶ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσµατος. Ἄλλωστε αὐτὰ τὰ κείµενα ἑρµηνεύει τὸ θεῖο Κήρυγµα καὶ πρέπει νὰ ὑπάρχει λογικὴ συνέχεια καὶ ὄχι ἀπόσταση µεταξὺ ἀναγνώσεως καὶ ἑρµηνείας.
Ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία µὲ τὴ δοξολογικὴ ἐκφώνηση τοῦ λειτουργοῦ «Εὐλογηµένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύµατος, νῦν καὶ ἀεῖ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀναπέµπεται δοξολογία καὶ προσκύ- νηση στὸν Τριαδικὸ Θεό, ὁ Ὁποῖος ἀπεργάζεται τὴ σωτηρία µας. Φέρνουµε ἔτσι στὸ νοῦ µας τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας ὅµως µποροῦµε ἀπὸ τώρα νὰ γίνουµε µέτοχοι.
Στὴ συνέχεια, ἐκφωνοῦνται ἀπὸ τὸν λειτουργὸ τὰ εἰρηνικὰ (ὀνοµάζονται ἔτσι διότι οἱ τρεῖς πρῶτες αἰτήσεις ἀναφέρονται στὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καὶ ὁλόκληρου τοῦ κόσµου),
µὲ τὰ ὁποῖα ζητοῦµε διάφορα ἀγαθά, ὑλικὰ καὶ πνευµατικά, ἀπὸ τὸν Κύριο.
Ἀκολουθοῦν τὰ Τυπικὰ ἢ συνηθέστερα τὰ Ἀντίφωνα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὡς ἐφύµνιο µικρὰ τροπάρια ποὺ ἀναφέρονται στὴν Θεοτόκο καὶ τοὺς Ἁγίους ὡς πρεσβευτῶν µας στὸ Θεό. Ψάλλονται ἀντιφωνικὰ ἀπὸ τοὺς χοροὺς τῶν ψαλτῶν (ἐξ οὗ καὶ ἀντίφωνα) καὶ ἀκολουθεῖ αὐτὸ ποὺ σήµερα ὀνοµάζεται «µικρὰ εἴσοδος». Συµβολίζει τὴν ἐµφάνιση τοῦ Κυρίου στὸν κόσµο ὡς ∆ιδασκάλου καὶ Κήρυκα τῆς µοναδικῆς Ἀλήθειας, ὅτι δηλαδὴ Ἐκεῖνος εἶναι ὁ ἀναµενόµενος, ὁ «Μεσσίας», ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσµου καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Σήµερα ἐξέρχεται ὁ
λειτουργὸς µὲ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἀπὸ τὴ βόρεια πύλη τοῦ Ἁγ. Βήµατος καὶ φθάνοντας στὸ µέσο ἐκφωνεῖ τὸ «Σοφία. Ὀρθοί». Ὑπενθυµίζει ἔτσι ὅτι αὐτὸ ποὺ κρατᾷ ἐµπεριέχει τὴ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τὸ «ὀρθοί», ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὀρθία στάση τῶν πιστῶν ἐκείνη τὴ στιγµή, συµβολίζει καὶ τὴν στάση τῆς ψυχῆς. Ἐπιβάλλεται ἡ ψυχική µας ἐγρήγορση ἐὰν ποθοῦµε τὴν Σοφία τοῦ Θεοῦ.
Σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ἡ σηµερινὴ «µικρὴ εἴσοδος» ἀποτελοῦσε τὴν ἔναρξη τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅταν κλῆρος καὶ λαὸς συµψάλλο- ντας ἀρχικὰ τὸν Τρισάγιο Ὕµνο καὶ ἀργότερα τὸ «Ὁ Μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ», εἰσέρχονταν στὸ Ναὸ προπορευοµένου τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἀµέσως µετὰ τὴν εἴσοδο καὶ ἀφοῦ εὐλογοῦσε τοὺς πιστούς, ἀνέβαινε στὸν θρόνο του ὁ Ἐπίσκοπος, ἔχοντας ἑκατέρωθεν τοὺς κληρικούς. Ὁ θρόνος τότε βρισκόταν πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγ. Τράπεζα, στὸ σύνθρονο. Στὴ σηµερινή του θέση βρέθηκε κατὰ τὴν Τουρ- κοκρατία καὶ µετὰ τὴν ἀνύψωση τοῦ τέµπλου. Ἀκολουθοῦσε ἡ ἀνάγνωση τοῦ ἀποστολικοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσµατος. Στὴ συνέχεια λάµβανε χῶρα τὸ Κήρυγµα καὶ ἀκολουθοῦσε ἡ ὑπόλοιπη Θεία Λειτουργία.
Μετὰ ἀπὸ τὴν ψαλµῴδηση τῶν Ἀπολυτικίων καὶ τοῦ Κοντακίου σήµερα ψάλλεται ὁ Τρι- σάγιος Ὕµνος «Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡµᾶς». Συνήθως ἀντικαθίσταται στὶς µεγάλες ∆εσποτικὲς ἑορτὲς µὲ τὸ «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Ἀλληλούϊα» (αὐτὸ ἀποτελεῖ ἔνδειξη ὅτι κατʼ αὐτὲς τὶς ἡµέρες καὶ κατὰ τὴ Θεία Λει- τουργία τελοῦνταν τὸ Βάπτισµα τῶν Κατηχουµέ- νων) ἢ µὲ τὸ «Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦµεν ∆έσποτα καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζοµεν» στὶς ἑορτὲς τοῦ Σταυροῦ.
Ὁ Τρισάγιος Ὕµνος εἶναι ἐµπνευσµένος ἀπὸ τὸ ὅραµα τῆς κλήσεως τοῦ Προφήτη Ἠσαϊα καὶ τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Μὲ αὐτὸν ἀπευθυνόµαστε στὸν Τριαδικὸ Θεὸ διακηρύσσοντας τὴν ἀπόλυτη ἁγιότητά Του. Ὑµνολογοῦµε δὲ συνάµα καὶ τὴν ἄπειρη δύναµη καὶ ἰσχύ Του.
Ἕπονται τὰ ἀναγνώσµατα πρῶτα τῶν ἐπιστολῶν ἢ τῶν πράξεων τῶν Ἀποστόλων καὶ ἔπειτα κάποια περικοπῆ ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Παλαιότερα προηγοῦνταν αὐτῶν ἕνα τρίτο ἀπὸ τὴν Παλαιὰ ∆ιαθήκη. Χάριν συντοµίας ὅµως αὐτὸ ἀποκόπηκε ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ προστέθηκε στὸν Ἐσπερινό.
Μάλιστα ἐκεῖ οἱ περικοπὲς «διὰ τὸ ἱερὸν τοῦ ἀριθµοῦ» ἔγιναν τρεῖς. Καὶ πάλι οἱ προτροπὲς «Πρόσχωµεν», «Σοφία. Ὀρθοί.» συνιστοῦν σὲ ὅλους τὴν διάθεση ψυχῆς καὶ σώµατος, µὲ τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἀκούσουν τὰ κείµενα ποὺ ἀπαγγέλονται.
Σηµειωτέον ὅτι µεταξὺ ἀποστολικοῦ καὶ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσµατος στιχολογοῦνταν ὁλόκληρος ψαλµὸς µὲ ἐφύµνιο τὸ σύντοµο τριπλὸ Ἀλληλούϊα, τὸ ὁποῖο ἔψαλλε κλῆρος καὶ λαός. Κατὰ τὴ διάρκειά του δὲ προσφε- ρόταν ἀνέκαθεν θυµίαµα πρὸς τιµὴν τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν λόγων τοῦ Κυρίου ποὺ θὰ ἀκολουθοῦσαν. Τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο συµβολίζει τὸν κηρύσσοντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριο ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστό. Στοὺς ἀρχαίους χρόνους ἡ παρουσία σηµαντικῶν προσώπων πάντοτε προετοιµαζόταν µὲ τὴν προσφορὰ θυµιαµάτων. Πόσο µᾶλλον τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου µας διὰ τοῦ Εὐαγγελίου Του!
Ἐπακολουθεῖ κανονικῶς ἡ ἑρµηνεία τῶν ἀποστολικῶν καὶ Κυριακῶν λόγων, δηλαδὴ τὸ θεῖο Κήρυγµα καὶ ἕπεται ἡ Ἐκτενής. Πρόκειται γιὰ ἐκτεταµένη καὶ θερµὴ δέηση πρὸς τὸν Θεό, µὲ τὴν ὁποία ζητοῦµε ἀπὸ τὸν ἐλεήµονα Κύριο γιὰ ὅλους τοὺς πιστοὺς χάρη, ἔλεος, ἄφεση ἁµαρτιῶν καὶ αἰώνια σωτηρία.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ὁ λειτουργὸς καὶ ὁλόκληρη ἡ εὐχαριστιακὴ – ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα δέεται γιὰ τοὺς ἁπανταχοῦ Κατηχουµένους, ὅσους δηλαδὴ βρίσκονται σὲ περίοδο ποὺ ατηχοῦνται στὰ τῆς ἀληθινῆς πίστεώς µας καὶ πρόκειται νὰ βαπτισθοῦν.
Ἀφοῦ ὁ λειτουργὸς προτρέψει τοὺς Κα- τηχουµένους νὰ ἀπέλθουν ἀπὸ τὸ Ναὸ ἀνα- πέµπει δυὸ εὐχὲς ὑπὲρ τῶν πιστῶν. Μὲ αὐτὲς εὐχαριστεῖ τὸν Θεό, ἀφοῦ καταξιώσει τοὺς πιστοὺς γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ νὰ βρεθοῦν µπρο- στὰ στὸ Θυσιαστήριο γιὰ νὰ τελεσθεῖ ἡ ἀναίµακτη θυσία, νὰ συγχωρήσει τὶς ἁµαρτίες τοῦ κλήρου καὶ τὰ ἀγνοήµατα τοῦ λαοῦ.
Γ) Λειτουργία τῶν Πιστῶν
Απὸ αὐτὸ τὸ σηµεῖο ἀρχίζει τὸ τµῆµα τῆς Θείας Λειτουργίας, ποὺ εἶναι γνωστὸ ὡς «Λειτουργία τῶν πιστῶν», δηλαδὴ ἡ τέλεση τῆς ἀναίµακτης θυσίας τοῦ Κυρίου. Ὀνοµάζεται δὲ
«Λειτουργία τῶν πιστῶν», διότι στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ἐπιτρεπόταν νὰ παρίστανται κατʼ αὐτὸ µόνον οἱ πιστοί. Λίγο ἀργότερα µάλιστα ὁ λειτουργὸς προτρέπει καὶ ἐντέλλεται νὰ προσέχουν τὶς θύρες µήπως εἰσέλθει κάποιος ἀµύητος, δηλαδὴ ἀβάπτιστος.
Ἀρχικὰ ψάλλεται ὁ Χερουβικὸς ὕµνος: «Οἱ τὰ Χερουβὶµ µυστικῶς εἰκονίζοντες καὶ τῇ ζωοποιῷ Τριάδι τὸν Τρισάγιον ὕµνον προσᾴδοντες, πᾶσαν νῦν βιοτικὴν ἀποθώµεθα µέριµναν. Ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόµενοι. Ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφούµενον τάξεσιν. Ἀλληλούϊα». Ὁ ἀρχαῖος αὐτὸς ὕµνος ὑπενθυµίζει στοὺς µεµυηµένους, στοὺς πιστοὺς, ὅτι κατʼ αὐτὴν τὴν ἱερὴ καὶ ἐπίσηµη ὥρα πρόκει- ται νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν Βασιλέα τοῦ σύµπαντος, τὸν Κύριο. Ἀµέτρητα ἀόρατα πλήθη ἀγγελικῶν δυνάµεων προετοιµάζουν τὴν ἔλευσή Του κυκλώνοντας τὸ θυσιαστήριο. Καὶ ὅπως οἱ ἄγγελοι ὑµνοῦν ἀκατάπαυστα τὸν Θεὸ καὶ ψάλλουν ὕµνους καὶ δοξολογίες, ἔτσι καὶ ἐµεῖς πρέπει νὰ κυκλώνουµε τὸ θυσιαστήριο µεταµορφωµένοι σὲ ἀγγελικὲς ὑπάρξεις. Πρέπει δὲ ὅταν λατρεύ- ουµε τὸν Κύριό µας νὰ ἔχουµε ἀποδιώξει κάθε βιοτικὴ µέριµνα καὶ φροντίδα.
Κατὰ τὴν ψαλµῴδηση τοῦ Χερουβικοῦ ὁ λειτουργὸς ἀπαγγέλει µυστικῶς τὴν εὐχὴ τοῦ χερουβικοῦ. Πρόκειται γιὰ ὡραιότατη ἀρχαία εὐχὴ (δανεισµένη ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου), ποὺ ἀφορᾷ στὴν προσωπικὴ προετοιµασία τοῦ λειτουργοῦ καὶ ὄχι τὸν λαό, γιʼ αὐτὸ καὶ ἀπαγγέλεται µυστικῶς ἐν ἀντιθέσει µὲ τὶς περισσότερες τῶν εὐχῶν, ποὺ ἀφοροῦν ὁλόκληρη τὴν εὐχαριστιακὴ κοι- νότητα καὶ λέγονται εἰς ἐπήκοον καὶ τοῦ λαοῦ, ὅπως γινόταν ἀνέκαθεν καὶ ὅπως γίνεται σὲ ὅλα τὰ Μυστήρια. Μόνον οἱ εὐχὲς ποὺ ἀφοροῦν στὴν προσωπικὴ προετοιµασία τοῦ λειτουργοῦ λέγονται µυστικῶς. Ὁ λειτουργὸς ἰδιαιτέρως παρακαλεῖ τὸ Θεὸ γιὰ τὸ ἔλεός Του διότι αὐτὸς θὰ γίνει τὸ στόµα καὶ τὰ χέρια Του κατὰ τὴν τέ- λεση τοῦ Μυστηρίου. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶναι ὁ τελεσιουργὸς τοῦ Μυστηρίου· Ἐκεῖνος ποὺ προσφέρεται γιὰ νὰ θυσιαστεῖ, Αὐτὸς ποὺ δέχεται τὴν θυσία καὶ ὁ Ἴδιος διαδίδεται «εἰς βρῶσιν καὶ πόσιν» ἀπὸ τοὺς πιστούς.
Προσφέρεται πλούσιο θυµίαµα γιὰ νὰ προετοιµασθεῖ ἡ ὑποδοχὴ τοῦ Μεγάλου Βα- σιλέως καὶ ἀκολουθεῖ ἡ Μεγάλη Εἴσοδος. Οἱ πιστοὶ κλίνουν εὐλαβικὰ τὸν αὐχένα µπροστὰ στὴν ἱερὴ ποµπή, ποὺ διέρχεται ἀνάµεσά τους. Ἐκφωνεῖται ἡ ταπεινὴ δέηση ἀπὸ τὸν λειτουργὸ µὲ τὴν ὁποία παρακαλεῖ τὸν Θεὸ καὶ εὔχεται νὰ θυµηθεῖ ὅλους τοὺς παρισταµένους στὴν Βασι- λεία Του καὶ τώρα ποὺ ἀγωνίζονται «τὸν καλὸν ἀγῶνα» ἀλλὰ καὶ ὅταν θὰ Τὸν ἀντικρύσουν ὡς Κριτὴ ζώντων καὶ νεκρῶν.
Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία δὲν γινόταν αὐτὴ ἡ Εἴσοδος. Ἀποτελεῖ µεταγενέστερη ἐξέλιξη. Παλαιότερα οἱ διάκονοι προσέφεραν στὸ θυσιαστήριο τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν καὶ ἀπὸ αὐτὲς ὁ λειτουργὸς χρησιµοποιοῦσε µόνον τὴν µερίδα ΙΣΧΡ ΝΙΚΑ, ἡ ὁποία θὰ µεταβληθεῖ κατὰ τὸν καθαγιασµὸ σὲ Σῶµα Χριστοῦ καὶ τὸ κρασί, ποὺ θὰ µεταβληθεῖ σὲ Αἷµα Χριστοῦ. Ἀργότερα καὶ ἀπὸ τὸν 6ο αἱ. περίπου τὰ προετοιµασµένα δῶρα µεταφέρονται πανηγυρικό- τερα (µὲ λιτανεία) ἀπὸ τοὺς διακόνους ἀπὸ τὴν Πρόθεση (ὅπου τὰ προσέφεραν οἱ πιστοὶ) στὴν Ἁγ.Τράπεζα καὶ µεταγενέστερα λαµβάνουν µέ- ρος σʼ αὐτὴν καὶ οἱ πρεσβύτεροι (ἐνίοτε καὶ ὁ αὐτοκράτορας, ὅταν παρίσταται), ποτὲ ὅµως ὁ Ἐπίσκοπος. Ὁ Ἐπίσκοπος διάβαζε τότε καὶ τὴν εὐχὴ τῆς Προσκοµιδῆς, ἡ ὁποία σήµερα συµπεριλαµβάνεται στὴν ὁµώνυµη ἀκολουθία, καὶ ἡ ὁποία πλέον τελεῖται κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου ἢ καὶ νωρίτερα.
Ἀκολουθοῦν δεήσεις µὲ τὶς ὁποῖες ζητοῦµε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ εὐλογήσει τὰ προτεθέντα δῶρα, τὸν ἱερὸ Ναὸ καὶ ὅσους προσέρχονται σʼ αὐτὸν µὲ πίστη, εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ καὶ βεβαίως νὰ µᾶς παράσχει εἰρηνικὴ ἡµέρα, φύλακα ἄγγελο, συγχώρηση τῶν ἁµαρτιῶν, κάθε καλὸ καὶ συµφέρον γιὰ τὴν ψυχή µας καὶ βέβαια µετάνοια γιὰ τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς µας καὶ καλὴ ἀπολογία τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως, ἀφοῦ ἔχουµε περάσει χριστιανικὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς µας, χωρὶς ὀδύνη, εἰρηνικὰ καὶ ἀνεπαίσχυντα.
Βασικὴ προϋπόθεση γιὰ ὅσους συµµετέχουν στὸ Μυστήριο τῶν Μυστηρίων εἶναι καὶ ἡ κοινὴ πίστη. Γιʼ αὐτὸ ἀπαγγέλεται ἀπὸ ὅλους τοὺς συµµετέχοντες τὸ Σύµβολο Πίστεως τῶν δυὸ πρώτων Οἰκουµενικῶν Συνόδων Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως.
Τὸ Σύµβολο εἶναι µιὰ περιεκτικότατη σύνοψη τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ὀνοµάζεται Σύµβολο τῆς Πίστεως, διότι ἀποτελεῖ τὸ ἐν- δεικτικὸ σηµεῖο καὶ γνώρισµα µὲ τὸ ὁποῖο διακρίνεται ὁ πιστὸς χριστιανὸς Ὀρθόδοξος ἀπὸ τὸν µὴ χριστιανὸ Ὀρθόδοξο. Ὁ πιστὸς πραγµατικὰ πιστεύει καὶ κάνει πράξη ὅσα τοῦ ἐπιτάσσει ἡ πίστη του.
Ἀρχαιότερη - συνοπτικὴ ὅµως - µορφὴ ὁµο- λογίας πίστεως στὴ Θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ ὁ ὕµνος «Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦµα, Τριάδα ὁµοούσιον καὶ ἀχώριστον», ποὺ προηγεῖται (καὶ χρονικῶς) τοῦ Συµβόλου τῆς Πίστεως.
Στὸ ἑξῆς ἀκολουθεῖ τὸ κυριότερο τµῆµα τῆς Θείας Εὐχαριστίας, δηλαδὴ ἡ Ἀναφορά.
Ὁ λειτουργὸς προτρέπει καὶ πάλι θερµὰ τοὺς πιστοὺς νὰ σταθοῦν ὄχι µόνον ὄρθιοι ἀλλὰ καὶ συγκεντρωµένοι, µὲ εὐλάβεια, προσοχὴ καὶ φόβο, διότι πρόκειται νὰ κατέλθει σὲ λίγο ὁ Παράκλητος, τὸ Πανά- γιο Πνεῦµα, τὸ ὁποῖο θὰ µετα- βάλει τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Σῶµα καὶ Αἷµα Χριστοῦ. Γιὰ νὰ εἶναι ὅµως εὐπρόσδεκτη ἡ θυ- σία µας θὰ πρέπει νὰ γίνει µὲ εἰρήνη στὴν ψυχή, διαφορετικὰ δὲν θὰ λάβουµε τὴ χάρη καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Ὁ φιλάν- θρωπος καὶ φιλεύσπλαγχνος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ θυσιάζεται γιὰ τὸ πλάσµα Του. Καὶ µʼ αὐτὴ τὴ θυσία ἐξαλείφεται ἡ ἁµαρτία καὶ ἐπέρχεται εἰρήνη µεταξὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Κύριος ἀφοῦ πρῶτα εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ Πατέρα στὴ συνέχεια παρέδωσε τὸ Μυστή- ριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἔτσι καὶ ἐµεῖς Τὸν εὐχαριστοῦµε γιὰ ὅλες Του τὶς εὐεργεσίες ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι δέχεται τὴν εὐχαριστία καὶ τὴ θυσία µας, παρʼ ὅλον ὅτι πλήθη ἀγγέλων Τὸν ὑµνοῦν καὶ Τὸν δοξολογοῦν. Οἱ οὐράνιες δυνάµεις µαζὶ µὲ τὴν στρατευοµένη πλέον Ἐκκλησία συµψάλλουν τὸν ἀγγελικὸ ὕµνο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου…».
Καὶ ὁ λειτουργὸς µὲ τὴν εὐχὴ ποὺ ἀκολουθεῖ µᾶς παραπέµπει σʼ ἐκείνη τὴ µοναδικὴ νύκτα τοῦ Πάσχα, ὅταν ὁ Κύριος παρέδιδε στοὺς µαθητές Του καὶ σʼ ὅλη τὴν Ἐκκλησία Του τὸ µυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Στὸ τέ- λος ἐκφωνεῖ τοὺς λόγους τῆς συστάσεως τοῦ Μυστηρίου: «Λάβετε, φάγετε, τοῦτό µού ἐστι τὸ σῶµα, τὸ ὑπὲρ ὑµῶν κλώµενον εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν» καὶ «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷµά µου, τὸ τῆς καινῆς διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑµῶν καὶ πολλῶν ἐκχυνόµενον εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν». Τὸ ψωµὶ καὶ τὸ κρασὶ ποὺ προ- σφέρει ὁ Κύριος στοὺς µαθητές Του δὲν θὰ εἶναι πλέον κοινὸ ψωµὶ καὶ κρασὶ ἀλλὰ θὰ µεταβληθοῦν σὲ Σῶµα καὶ Αἷµά Του.
Ὁ Κύριος θυσιάζεται γιὰ νὰ λάβουν οἱ πιστοί Του ἄφεση ἁµαρτιῶν καὶ αἰώνιο ζωή. Χωρὶς τὴ συµµετοχὴ στὴν σταυρική Του θυσία ὁ πιστὸς δὲν θὰ λάβει οὔτε τὰ ἀγαθὰ τῆς Βα- σιλείας Του, οὔτε βεβαίως θὰ σωθεῖ. Μία νέα λοιπὸν κατάσταση διαµορφώνεται στὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου µὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς κάνει µιὰ νέα «συµφωνία» µὲ τὸν ἄνθρωπο µὲ ἐγγυητὴ καὶ µεσίτη τὸν ὑπὲρ ἡµῶν παθόντα, ταφέντα καὶ ἀναστάντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μὲ αὐτὴν τὴν συνθήκη παρέχεται στοὺς ἀνθρώπους ἡ ἄφεση τῶν ἁµαρτιῶν καὶ ἡ αἰώνια ζωή. Γιὰ νὰ καρπωθοῦµε ὅµως τὰ ἀποτελέσµατα αὐτῆς τῆς θυσίας εἶναι ἀνάγκη νὰ τρώγουµε τὸ Σῶµα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ πίνουµε τὸ Αἷµά Του. Αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ ὁ Κύριος µᾶς προσφέρει ὡς εὐεργεσία, ἐµεῖς Τοῦ τὰ ἀντιπροσφέρουµε µὲ πλήρη ἀφοσίωση καὶ εὐγνώµονα καρδιά.
Ἔπειτα ἀφοῦ ψαλλεῖ τὸ «Σὲ ὑµνοῦµεν, σὲ εὐλογοῦµεν, σοὶ εὐχαριστοῦµεν Κύριε, καὶ δεόµεθά σου ὁ Θεὸς ἡµῶν», µὲ δέος ὁ λειτουργὸς παρακαλεῖ τὸν Θεὸ Πατέρα νὰ στείλει τὸ Πανά- γιο Πνεῦµα γιὰ νὰ καθαγιάσει τὰ Τίµια ∆ῶρα. Εὐλογεῖ τὸν ἄρτο καὶ τὸ ποτήριο καὶ αὐτὰ πλέ- ον µεταβάλλονται µυστηριωδῶς σὲ Σῶµα καὶ Αἷµα Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ φρικωδέστερη καὶ πιὸ σηµαντικὴ στιγµὴ τοῦ Μυστηρίου, γιʼ αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ κλίνουν τὸν αὐχένα ἕως ἐδάφους καὶ µὲ ἀπόλυτη σιγὴ καὶ κατάνυξη προσεύχο- νται καὶ ἐκεῖνοι ὥστε νὰ κατέλθει ὁ Παράκλητος καὶ νὰ ἁγιασει τὰ ∆ῶρα καὶ ὅλους τοὺς παρισταµένους.
Μνηµονεύεται ἔπειτα ὅλο τὸ νέφος τῶν τε- θνεώτων προπατόρων, πατέρων, πατριαρχῶν, προφητῶν, ἀποστόλων, κηρύκων, εὐαγγελιστῶν, µαρτύρων, ὁµολογητῶν, ἐγκρατευτῶν καὶ ὅλων τῶν κεκοιµηµένων.
Σʼ αὐτὴν ὅµως τὴν ἱερὴ στιγµὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ µὴν κατέχει ἐξέχουσα θέση ἐκείνη ποὺ ὑπούργησε στὸ µυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονοµίας τοῦ Κυρίου, ἡ ἀειπάρθενος Θεοτό- κος, ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ Παναγία µας. Καὶ ὁ λαὸς ξεσπᾷ σὲ ἕναν πανέµορφο δοξολογικὸ ὕµνο πρὸς τὴν Θεοµήτορα. Εἶναι τὸ µόνο πρό- σωπο θνητοῦ ποὺ ἀνυµνεῖται καὶ ἐγκωµιάζεται
«ἐξαιρέτως» καὶ «κατʼ ἐξαίρεσιν» κατʼ αὐτὴν τὴν ἱερὴ στιγµή. Τὸ τροπάριο «Ἄξιόν ἐστι» πραγµατικὰ παρεµβάλλεται στὴν Ἀναφορά, τὴν καρδιὰ δηλαδὴ τῆς Θείας Λειτουργίας.
Συνεχίζεται ἡ Ἀναφορὰ µὲ τὴν µνηµόνευση ὅλων τῶν Ἁγίων καὶ τῶν δικῶν µας προσφιλῶν προσώπων, κυρίως τεθνεώτων. Μνηµονεύο- νται ἐδῶ ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι τῆς οἰκουµένης, τὰ ἱερατικὰ καὶ µοναχικὰ τάγµατα καθὼς καὶ οἱ φιλόχριστοι ἄρχοντες «ἵνα καὶ ἡµεῖς ἐν τῇ γαλήνῃ αὐτῶν ἤρεµον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωµεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεµνότητι». Τιµητικὴ ὅµως θέση µεταξὺ ὅλων κατέχει ὁ Ἐπίσκοπος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς τὴν µνηµόνευ- ση τοῦ ὁποίου ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἄκυρη, ἀφοῦ ἡ παρουσία του (ἔστω καὶ διὰ τῆς µνηµονεύσεως) ἐξασφαλίζει τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως µὲ τὴν ἀνὰ τὴν Οἰκουµένη Ἐκκλησία καὶ ἐγγυᾶται τὴν ὀρθότητά της.
Ἡ Ἀναφορὰ ὁλοκληρώνεται µὲ τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν λειτουργό: «Καὶ ἔσται τὰ ἐλέη τοῦ µεγάλου Θεοῦ…». Τὸ ἑπόµενο τµῆµα τῆς Θείας Λειτουργίας ἀφορᾷ στὴν προετοιµασία τοῦ λειτουργοῦ ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν γιὰ τὴν προ- σέλευση στὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς, τὴν µετάληψη τοῦ Παναγίου Σώµατος καὶ Αἵµατος τοῦ Κυρί- ου. Σηµαντικὸ µέρος της ἀποτελεῖ ἡ Κυριακὴ προσευχὴ «Πάτερ ἡµῶν», µὲ τὴν ὁποία ζητοῦµε ὄχι µόνο τὸν ἐπιούσιο ἀλλὰ καὶ τὸν ὑπερούσιο ἄρτο, ποὺ πρόκειται ἄλλωστε σὲ λίγο νὰ λά- βουµε. Τέλος µὲ τὴν ἐκφώνηση «Πρόσχωµεν. Τὰ Ἅγια τοῖς Ἁγίοις» συνιστᾶται ἡ προσοχὴ τῶν πιστῶν νὰ ἐξετάσουν προσεκτικᾶ τὸν ἑαυτό τους πρὶν προσεγγίσουν τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Ὁ Κύριος ἔρχεται γιὰ τὶς ψυχὲς ποὺ ἀγωνίζονται καὶ ὄχι γιὰ τοὺς ρᾴθυµους καὶ ἀπρόσεκτους.
Κατὰ τὴν Κοινωνία τοῦ λειτουργοῦ καὶ τῶν πιστῶν ψάλλεται τὸ Κοινωνικό. Παλαιότερα ἀποτελοῦνταν ἀπὸ τὴν στιχολογία ὁλόκληρου ψαλµοῦ, σὲ κάθε στίχο τοῦ ὁποίου ψαλλόταν ἀπὸ ὅλο τὸν λαὸ ὡς ἐφύµνιο µικρὸ τροπάριο, τὸ «Ἀλληλούϊα» ἢ ὁ κύριος στίχος του.
Σήµερα τὸ Κοινωνικὸ ἀποτελεῖται µόνον ἀπὸ τὸν κύριο στίχο τοῦ σχετικοῦ ψαλµοῦ καὶ τὸ «Ἀλληλούϊα».
Τὸ διάστηµα ποὺ µεσολαβεῖ µέχρι νὰ προ- σέλθουν οἱ εὐλαβεῖς πιστοὶ στὴ Θεία Κοινωνία δὲν εἶναι «νεκρὸς χρόνος». Ἀφοῦ πρῶτα µετα- λάβει ὁ λειτουργός, στὴ συνέχεια τοποθετεῖται τὸ Πανάγιο Σῶµα µέσα στὸ Ἅγιο Ποτήριο, ὥστε νὰ µεταλάβουν ἔπειτα καὶ οἱ πιστοί.
Ἡ πρόσκληση εἶναι προσεκτικὰ διατυπωµένη: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», λέγει ὁ λειτουργός. Ἀπαιτεῖται εὐ- λάβεια καὶ ἅγιος φόβος, πίστη ἀκλόνητη γιὰ νὰ λάβουµε ἐντός µας τὸ θεῖο πῦρ τῆς Θεότητος. Ἀπαιτοῦνται αἰσθήµατα εὐγνωµοσύνης ὄχι µόνο πρὸς τὸν Κύριο ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἀδελφούς µας γιὰ νὰ προσέλθουµε στὸν Μυστικὸ ∆εῖπνο. Ὅλοι στέκονται εὐλαβικὰ ὄρθιοι µπροστὰ στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀφοῦ οἱ εὐλαβεῖς καὶ προετοιµασµένοι πιστοὶ µεταλάβουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων δοξολογοῦν καὶ εὐχαρι- στοῦν τὸν πανάγαθο Θεὸ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τοὺς ἀξίωσε νὰ Τὸν µεταλάβουν.
Ὅλοι σκύβουν εὐλαβικὰ τὴν κεφαλὴ µπροστὰ στὸν προαιώνιο Θεό, ὁ Ὁποῖος τώρα παρουσιάζεται καὶ πάλι ἐµπρός τους ἐντὸς τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου. Εἶναι σὰν νὰ διατρανώ- νει πρὸς ὅλους ὁ λειτουργὸς ὅτι ὁ Κύριος ἂν καὶ ἀναλήφθηκε (αὐτὸ συµβολίζει ὁ στίχος ποὺ ἀπαγγέλεται ἀπὸ τὸν λειτουργὸ µετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου στὴν Ἁγία Τρά- πεζα: «ὑψώθητι ἐπὶ τοὺς οὐρανοὺς ὁ Θεός, καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἡ δόξα σου»), θὰ εἶναι πά- ντοτε µαζὶ µὲ τοὺς εὐλαβεῖς πιστούς Του.
Τώρα πιὰ ὅλοι καὶ πάλι ὄρθιοι ἀναπέµπουν στὸν Κύριο τῆς ∆όξης τὴν τελευταία τους εὐχαριστία, ἀφοῦ τοὺς ἀξίωσε γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ νὰ γίνουν κοινωνοὶ τῶν ἐπουρανίων καὶ ἀθανάτων µυστηρίων. Θὰ ἀναχωρήσουν πλήρεις εὐλογιῶν, ἀφοῦ Τοῦ ζητήσουν νὰ τοὺς κατευθύ- νει στοὺς δύσκολους δρόµους τῆς ζωῆς, νὰ τοὺς στηρίζει τὴν πίστη, νὰ τοὺς φρουρεῖ τὴν ζωὴ µὲ τὶς εὐχὲς καὶ τὶς ἱκεσίες τῆς Παναγίας Μητέρας Του καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων.
Ὁ λειτουργὸς προσφέρει στοὺς πιστοὺς τὴν τελευταία εὐλογία καὶ διανέµει σὲ ὅλους, κυρίως ἐκείνους ποὺ δὲν εἶχαν προετοιµασθεῖ γιὰ νὰ µεταλάβουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τὸ ἀντίδωρο, ὥστε νὰ µὴν φύγουν ἀπὸ τὸν Ναὸ χωρὶς καµιὰ εὐλογία. Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία θεωροῦνταν ἀδιανόητο πιστοὶ νὰ παρίστανται στὴν Θεία Λειτουργία καὶ νὰ µὴν µεταλαµβά- νουν. Θὰ ἔπρεπε νὰ δικαιολογήσουν τὸ γεγονός, διαφορετικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξέλθουν καὶ ἐκεῖνοι µαζὶ µὲ τοὺς Κατηχουµένους καὶ τοὺς βαρέως ἁµαρτήσαντας ἀµέσως µετὰ ἀπὸ τὸ Κήρυγµα καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν Χερουβικὸ ὕµνο.
Ἡ σωστὴ τάξη τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι νὰ περνοῦν µὲ τὴ σειρὰ ἐµπρὸς ἀπὸ τὸν λειτουργήσαντα Ἱερέα καὶ ἔχοντας τὶς δυὸ παλάµες τους ἀνοικτὲς σὲ σχήµα σταυροῦ, νὰ λαµβάνουν τὸ ἀντίδωρο ἀσπαζόµενοι τὸ χέρι ἐκεῖνο ποὺ πρὶν λίγο ἔψαυσε τὴν ἀκήρατο κορυφὴν τοῦ ∆εσπότου Χριστοῦ, Τὸν τεµάχισε κλπ.
Ἀναχωροῦν λοιπὸν πλέον οἱ πιστοὶ ἔχοντας πάρει πνευµατικὲς δυνάµεις ἀπὸ τὸν θυσιασθέντα Κύριο, ἀπὸ τὴν Παναγία Μητέρα Του καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἁγίους, ἰδιαιτέρως τὸν κατὰ τὴν ἡµέρα ἑορταζόµενο καὶ τιµώµενο. Λάµπουν ἀπὸ τὸ θεϊκὸ φῶς ποὺ πληµµύρισε ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή τους ἀφοῦ πιὰ στὶς φλέ- βες τους κυλάει τὸ Πανάγιο Αἷµα τοῦ Κυρίου καὶ τὸ Πανάγιο Σῶµά Του ἔγινε σῶµά τους. Φεύγοντας ἀπὸ τὸ Ναὸ ἔχουν ζήσει γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ τὸ προσωπικό τους Πάσχα προσευ- χόµενοι ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἐλεήσει καὶ νὰ σταθεῖ ἵλεως τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως.
|
|